Νησιά του Ιονίου Πελάγους
Το αμπέλι καλλιεργείται σχεδόν σ’ όλα, γιατί το γλυκό τους κλίμα με τις άφθονες βροχές – από τις περισσότερες στην Ελλάδα – βοηθά στην ανάπτυξή του. Παράγονται κρασιά Ονομασίας Προέλευσης: Ρομπόλα Κεφαλληνίας, Μαυροδάφνη Κεφαλληνίας, Μοσχάτος λευκός Κεφαλληνίας. Επίσης οι Τοπικοί Οίνοι Πλαγιών Αίνου, Μεταξάτων, Μαντζαβινάτων, Λευκάδας, Κέρκυρας, Χαλικούνας και τη Βερντέα, ένα κρασί με Ονομασία κατά Παράδοση.
Κεφαλονιά
Το νησί παρήγαγε κρασί από την αρχαιότητα. Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, ο Κέφαλος ήταν γιος του Ερμή και της Έρσης, της κόρης του βασιλιά Κέκροπα, ιδρυτή της Αθήνας. Ο νέος εκδιώχθηκε από την πατρική γη κι αφού περιπλανήθηκε, με θεϊκή απόφαση εγκαταστάθηκε στο νησί που προς τιμήν του ονομάστηκε Κεφαλληνία. Μαζί του μετέφερε και την άμπελο.Σύμφωνα με τον Όμηρο, τα κρασιά της Κεφαλονιάς ήταν ήδη γνωστά από την εποχή του. Τα θεωρούσαν το πιο άξιο δώρο, ικανό να στεριώσει φιλίες, να δημιουργήσει νέους δεσμούς, να διαλύσει παρεξηγήσεις, να οικοδομήσει συμμαχίες.
Ο αμπελώνας της Κεφαλονιάς, κατά τα 2/3 του βρίσκεται σε ορεινές και ημιορεινές περιοχές, σε εδάφη κυρίως ασβεστολιθικά, ιδιαίτερα φτωχά σε οργανική ουσία. Το κλίμα είναι μαλακό, οι βροχοπτώσεις αρκετές και η επίδραση του Μαύρου Βουνού, του Αίνου, εξαιρετικά ευνοϊκή. Όλα τα παραπάνω, μαζί με τις χαμηλές στρεμματικές αποδόσεις και το μικρό μέγεθος των αμπελοτεμαχίων (κατά μέσο όρο 4,5 στρέμματα ανά παραγωγό), έχουν καθορίσει τη μορφή της αμπελοκαλλιέργειας. Τα σταφύλια που καλλιεργούνται είναι η Ρομπόλα, το λευκό Μοσχάτο, η Μαυροδάφνη κι ορισμένα λιγότερο γνωστά όπως το Τσαούσι, το Βοστιλίδι (γνωστό κι ως Γουστολίδι), το Ζακυνθινό και η αρωματική Μοσχατέλλα που είναι αποκλειστικότητα του νησιού. Απ’ αυτά παράγονται 3 Τοπικοί Οίνοι: Πλαγιές Αίνου, Μεταξάτων, Μαντζαβινάτων και 2 Ο.Π.Ε.: οι γλυκείς Μαυροδάφνη Κεφαλληνίας και Μοσχάτος λευκός Κεφαλληνίας.
Στην κορωνίδα όμως των κρασιών του νησιού βρίσκεται ο Ο.Π.Α.Π. Ρομπόλα Κεφαλληνίας. Η ζώνη της Ρομπόλας βρίσκεται στο νότιο και κεντρικό κομμάτι του νησιού. Οι αμπελώνες, συνολικής έκτασης 3.000 στρεμμάτων, σκαρφαλώνουν μέχρι ψηλά στις πλαγιές του Αίνου, φτάνουν στα 800 μέτρα. Τα φυτά είναι φυτεμένα στην κυριολεξία πάνω στην πέτρα. Vino di Sassso (κρασί της πέτρας) έλεγαν το κρασί οι Ενετοί γιατί οι αμπελουργοί ήταν αναγκασμένοι να σκάβουν μέσα στο βράχο, να γεμίζουν με χώμα την τρύπα και να φυτεύουν τα κλήματα. Αυτές όμως οι κροκάλες κρύβουν ένα έδαφος ασβεστολιθικό και παίζουν σημαντικότατο ρόλο στον χαρακτήρα του κρασιού. Αποτέλεσμα; Η Ρομπόλα. Αιθέριο λευκό κρασί, με άρωμα λεμονιού και λουλουδιών, φίνες μεταλλικές αποχρώσεις, ζωηρή οξύτητα και σώμα ικανό να την ισορροπήσει, προσφέροντας γευστική αρμονία.
Ζάκυνθος
Η Ζάκυνθος είχε ένα απίστευτα πλούσιο δυναμικό σε ποικιλίες. Απ’ αυτές, στις μέρες μας συνεχίζουν να καλλιεργούνται οι: Αυγουστιάτης, Σκιαδόπουλο, Παύλος, Κατσακούλιας και φυσικά το διάσημο σταφύλι της Κεφαλονιάς, τη Ρομπόλα. Τα περισσότερα κρασιά του νησιού κυκλοφορούν ως Ονομασία κατά Παράδοση Βερντέα. Αυτό το λευκό κρασί έχει σημαντική ιστορική πορεία στο νησί. Το όνομα του προέρχεται από τη λέξη verde (πράσινο) και, πιθανότατα, υποδηλώνει ότι κατά την παραγωγή του χρησιμοποιούσαν κάπως άγουρα σταφύλια, για να αυξήσουν τη χαμηλή λόγω υψηλής ωρίμανσης, οξύτητα. Παραδοσιακά ήταν ξηρό, υψηλόβαθμο και κυκλοφορούσε μετά από παλαίωση σε δρύινα βαρέλια. Σήμερα όμως βρίσκουμε και Βερντέες με περισσότερο μοντέρνο στυλ.
Κρήτη
Η Κρήτη, σημαδεμένη από τη θέση της στο σταυροδρόμι Βορρά, Νότου, Ανατολής και Δύσης, έπαιξε σημαντικότατο ρόλο στη διάδοση του αμπελιού και του κρασιού. Υπήρξε στην ουσία, η γέφυρα μέσω της οποίας πέρασαν από την Αίγυπτο στην υπόλοιπη Ελλάδα και στη συνέχεια στην Ευρώπη. Έτσι πριν από 4.000 χρόνια τα καράβια της θαλασσοκράτειρας Κρήτης διασχίζανε τις θάλασσες γεμάτα με το κρασί που έφτιαχναν μέσα σε μεγάλα πιθάρια οι οινοποιοί του βασιλιά Μίνωα.
Η μυθολογία θέλει το Μαντείο των Δελφών να διδάσκει στους Κρήτες την παρασκευή των γλυκών κρασιών τους από λιασμένα σταφύλια. Η καταστροφή όμως χτύπησε ξαφνικά. Τα λαμπρά ανάκτορα γκρεμίστηκαν, κατά πάσα πιθανότητα από τη φοβερή έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης, γύρω στα 1450 π.Χ. Η αμπελοκαλλιέργεια πάντως συνεχίστηκε και η επόμενη λαμπρή οινική περίοδος για την Κρήτη, ξημέρωσε επί Ενετοκρατίας με τον Malvasia οίνο. Το φημισμένο αυτό κρασί που μεσουρανούσε στο Μεσαίωνα και την Αναγέννηση, έγινε γνωστό στα πέρατα του κόσμου κυρίως από την εποχή που οι Ενετοί άρχισαν να εμπορεύονται γλυκά κρασιά που παρασκεύαζαν στη βενετοκρατούμενη Κρήτη.
Το τέλος αυτής της ευημερίας ήρθε στα μέσα του 17ου αιώνα και στους οθωμανικούς αιώνες που ακολούθησαν η οινική δραστηριότητα περιορίστηκε σε οικογενειακό επίπεδο. Η επανεμφάνιση της αμπελοκαλλιέργειας χρονολογείται στα 1930 και η οινοπαραγωγή αναπτύχθηκε σημαντικά. Έφτασε σε σημείο να αντιπροσωπεύει, στα χρόνια μας, το 20-25% της ελληνικής δυναμικότητας. Φυσικά η φυλλοξήρα, ο φυσικός εχθρός του αμπελιού, έφτασε κι εδώ. Καθυστερημένα μεν, στα τέλη μόλις της δεκαετίας του ‘70, με τα γνωστά καταστροφικά αποτελέσματα δε.
Σήμερα, με περισσότερα από 10.000 στρέμματα οινάμπελων, το οινικό τοπίο της Κρήτης χαρακτηρίζεται από σταθερή στροφή προς την ποιότητα. Δίπλα στους συνεταιρισμούς δραστηριοποιούνται και ιδιώτες, μικροί, μεγάλοι ή μεγαλύτεροι, με ιδιόκτητους αμπελώνες, την απαραίτητη τεχνογνωσία και διάθεση για έρευνα και πειραματισμούς. Παρόλη τη νότια θέση της, η Κρήτη είναι ιδανική για την αμπελοκαλλιέργεια, γι αυτό άλλωστε παράγεται εδώ το 1/5 των ελληνικών κρασιών.
Ο κρητικός αμπελώνας που θεωρείται από τους πιο παραδοσιακούς της Ευρώπης βρίσκεται στη βορινή πλευρά. Όχι τυχαία, βέβαια. Διότι η θερινή ξηρασία δεν νικιέται εύκολα.Έτσι οι αμπελουργοί διάλεξαν εδάφη βαθιά, γόνιμα σε κοιλάδες και πλαγιές που δροσίζονται από τα βοριαδάκια του Αιγαίου.Έστησαν τα αμπέλια τους πίσω από την ορεινή ραχοκοκαλιά του Ψηλορείτη, για να τα προφυλάσσει από τον θερμό λίβα της Ανατολής. Κάπως έτσι το μεγαλύτερο μέρος των αμπελώνων βρίσκεται στο βόρειο κεντρικό τμήμα του νησιού, γύρω από το Ηράκλειο, στις Αρχάνες, τα Πεζά και τις Δαφνές, καθώς και στη Σητεία, στο ανατολικό τμήμα του νησιού.
Αυτόχθονες ποικιλίες, οι Βηλάνα, Κοτσιφάλι, Μαντηλαριά, Λιάτικο (που θεωρείται ότι καλλιεργείται εδώ από την αρχαιότητα), Ρωμέικο, Μοσχάτο, Δαφνί και Πλυτό καλλιεργούνται δίπλα στις ξενικές Syrah, Chardonnay, Cabernet Sauvignon, Merlot. Παράγουν μία ολόκληρη γκάμα κρασιών, λευκών, ροζέ και ερυθρών, ξηρών και γλυκών. Και ο νομοθέτης παραχώρησε απλόχερα τις ενδείξεις ποιότητας στο νησί. Μετράμε 4 Ονομασίες Προέλευσης: Αρχάνες, Πεζά, Δαφνές, Σητεία κι άλλους τόσους Τοπικούς Οίνους: Κρητικός, Κισσάμου, Ηρακλειώτικος, Λασιθιώτικος.
Ηράκλειο
Στις Αρχάνες, σε ανατολικές πλαγιές που καλύπτουν τα νότα τους με τον Ψηλορείτη, καλλιεργούνται δύο ερυθρά σταφύλια. Το τοπικό Κοτσιφάλι, μια ποικιλία με υψηλό δυναμικό σε αλκοόλη και η αιγαιοπελαγίτικη Μαντηλαριά που αντιπροτείνει χρώμα, τανίνες και πλούτο σώματος. Από τη συνοινοποίησή τους γεννιέται το ερυθρό Ο.Π.Α.Π. Αρχάνες. Κρασί με έντονο μεσογειακό χαρακτήρα, πολύπλοκη αρωματική παλέτα όπου βιολέτες και φρούτα εναλλάσσονται με μπαχαρικά και σοκολάτα, με θαυμάσια δομή κι αρκετές τανίνες.
Στα Πεζά, τ’ αμπέλια ξαπλώνουν πανοραμικά σε χαμηλούς λόφους που περιτριγυρίζονται από ελαιώνες. Κι εδώ καλλιεργείται το Κοτσιφάλι και η Μαντηλαριά για την παραγωγή του θερμού ερυθρού κρασιού με Ονομασία Προέλευσης Πεζά. Περισσότερο διάσημο όμως, είναι το λευκό Πεζά που παράγεται από την παλιά κρητική ποικιλία Βηλάνα. Ευαίσθητο σταφύλι, όταν καλλιεργείται με φροντίδα σε υψόμετρο μεγαλύτερο από 500 μέτρα δίνει ευχάριστα κρασιά με λουλουδένια και φρουτώδη αρώματα.
Η τρίτη ζώνη παραγωγής κρητικών κρασιών που συναντάμε στον νομό Ηρακλείου, είναι οι Δαφνές. Στις βορειανατολικές παρυφές του Ψηλορείτη, στα 300 με 400 μέτρα ψηλότερα από τη θάλασσα, όπου είναι εγκατεστημένα τα αμπέλια, κάνουμε τη πρώτη μας γνωριμία με το Λιάτικο. Ακόμη ένα ακραιφνώς κρητικό σταφύλι που θεωρείται από τις αρχαιότερες ελληνικές ποικιλίες. Ωριμάζει αρκετά πρώιμα μέσα στον Ιούλιο, εξ’ ου και το όνομά του: Ιουλιάτικο-Λιάτικο. Ποικιλία με υψηλό δυναμικό, όσο περισσότερα σάκχαρα αποκτά τόσο αναδεικνύει στο βέλτιστο τα στοιχεία της. Τα κρασιά με Ονομασία Προέλευσης Δαφνές (που μετά από χρόνια αφάνειας, πρόσφατα, ξαναεμφανίστηκαν στην αγορά), είναι κόκκινα ξηρά ή γλυκά. Με πορτοκαλοκόκκινο χρώμα που θυμίζει τις φλόγες της φωτιάς και ψηλό αλκοολικό τίτλο.
Σητεία
Η περιοχή ήταν ένας μεγάλος αμπελότοπος, από τους παλαιότερους στην Ελλάδα. Σήμερα όμως οι αμπελώνες λιγοστεύουν αισθητά και τα περισσότερα κρασιά που βρίσκουμε είναι χωρικής οινοποίησης. Τα αμπέλια από τα παράλια του Κρητικού Πελάγους σκαρφαλώνουν στο εσωτερικό, ακόμη και σε υψόμετρο που φτάνει τα 600 μέτρα και μετά κατρακυλούν μέχρι τις ακτές του Λιβυκού Πελάγους στη νότια πλευρά του νησιού. Εδώ ξανασυναντούμε το Λιάτικο για την παραγωγή των κόκκινων ξηρών ή γλυκών κρασιών με Ονομασία Προέλευσης Σητεία. Αμφότερα, με φωτεινό καστανοκόκκινο χρώμα και χαρακτηριστικό άρωμα μαρμελάδας φρούτων που εξελίσσεται εντυπωσιακά με την παλαίωσή τους στα βαρέλια. Πρόσφατα νομοθετήθηκε η παραγωγή λευκού Ο.Π.Α.Π. από Βηλάνα και Θραψαθήρι.
Νησιά του Αιγαίου Πελάγους
Οινοπίων θάλασσα. Έτσι αποκαλούσαν οι αρχαίοι έλληνες το Αιγαίο Πέλαγος. Γιατί όταν θυμώνει παίρνει το χρώμα του οίνου. Στα νησιά του αρχιπελάγους παράγονται κρασιά με ένδειξη Ονομασίας Προέλευσης: Σάμος, Λήμνος, Σαντορίνη, Πάρος, Ρόδος και Τοπικοί οίνοι: Αιγαιοπελαγίτικος, Δωδεκανησιακός, Πλαγιές της Αμπέλου, Θαψανών, Ικαρίας και Συριανός.
Λήμνος
Αμπέλια καλλιεργούσαν στη Λήμνο από την αρχαιότητα, και τα – τότε – κρασιά της τα θεωρούσαν σπουδαία, αντίστοιχα με αυτά της Χίου, της Θάσου και της Σκιάθου. Ο Ησίοδος, ο Αριστοτέλης κι άλλοι συγγραφείς αναφέρουν τη Λημνία άμπελο, η οποία σώζεται μέχρι και σήμερα. Δεν είναι άλλη από το Λημνιό, το ερυθρό σταφύλι που στο νησί το λένε Καλαμπάκι. Δίνει ενδιαφέροντα ερυθρά κρασιά γι’ αυτό και η καλλιέργεια του πέρασε κι απέναντι στη Χαλκιδική και σ’ άλλες περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης. Το νησί είναι όμως γνωστό για τα λευκά του κρασιά. Το ξηρό Ο.Π.Α.Π. Λήμνος και το γλυκό Ο.Π.Ε. Μοσχάτος Λήμνου, με το Μοσχάτο Αλεξανδρείας να έχει την αποκλειστικότητα της ποικιλιακής τους σύνθεσης. Αυτό το σταφύλι κατάγεται προφανώς από τη Βόρεια Αφρική και η κύρια καλλιέργειά του ήταν για την παραγωγή επιτραπέζιων, φαγώσιμων δηλαδή σταφυλιών. Φαίνεται όμως πως στα φτωχά και ηφαιστιογενή εδάφη της Λήμνου προσαρμόστηκε πολύ καλά.
Η ποιότητα των κρασιών του εξαρτάται άμεσα από την καλλιέργειά του κι απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή γιατί στα θερμά καλοκαίρια της Λήμνου έχει την τάση να κατευθύνεται σε ψηλές ποσοτικές αποδόσεις καθώς και σε υψηλές περιεκτικότητες σακχάρων σε βάρος της οξύτητας. Όταν όμως καλλιεργηθεί με φροντίδα μας δίνει φρουτώδη και ισορροπημένα κρασιά.
Σάμος
Η ποιότητα των γλυκών σαμιώτικων κρασιών είναι γνωστή. Σ’ αυτή συμβάλλουν αφ’ ενός το ιδανικό οικοσύστημα, αφ’ ετέρου η μακρά εμπειρία στην οινοποίηση. Οι αμπελώνες της Σάμου βρίσκονται σχεδόν παντού στο νησί. Όσο όμως πλησιάζουμε στα βόρεια οι σχηματισμοί τους πυκνώνουν. Στενές ταράτσες, η μία πίσω από την άλλη σκαρφαλώνουν τις πλαγιές. Μερικές χωρούν μόνο δύο σειρές φυτών. Κάποιες βρίσκονται χαμηλά, στη γειτονιά της θάλασσας. Άλλες φτάνουν στα 900 μέτρα. Βεβαίως και είναι ψηλά, ας μη ξεχνάμε όμως πως η Σάμος στην ουσία είναι ένα ορεινό νησί και πως η δεύτερη σε ύψος κορυφή της, που φτάνει τα 1.160 μέτρα, λέγεται Άμπελος.
Οι πιο ενδιαφέροντες αμπελώνες βρίσκονται σε βορινές περιοχές, όπου δροσίζονται από τα μελτέμια που μετριάζουν την επίδραση των ψηλών θερμοκρασιών. Η ένταση των ανέμων είναι όμως δυνατή. Αναγκάζει τους αμπελουργούς να κλαδεύουν τα αμπέλια τους χαμηλά, να τα κρατούν κοντά στο έδαφος. Το σταφύλι που καλύπτει περισσότερο από το 95% του αμπελώνα της Σάμου είναι το λευκό Μοσχάτο (Muscat blanc a petits grains). Αυτό το μοσχάτο είναι τόσο διαδεδομένο στη νησιώτικη Ελλάδα που είμαστε σχεδόν βέβαιοι πως καλλιεργείται στο Αιγαίο από την αρχαιότητα και στη συνέχεια μεταφέρθηκε στη Γαλλία. Αποκλειστικά απ’ αυτό παράγεται το κρασί Ο.Π.Ε. Σάμος, ενώ το 1982 παραχωρήθηκε και η ένδειξη Σάμος Grand cru για τα κρασιά που προέρχονται από συγκεκριμένους επιλεγμένους αμπελώνες.
Σαντορίνη
Ο Σαντορινιός αμπελώνας είναι σίγουρα ιδιόμορφος. Πρώτα απ’ όλα είναι ο πιο γηραιός στον Ελλαδικό χώρο, μερικά αμπέλια μπορεί να είναι και 300 χρόνων. Κι’ αυτό γιατί η φυλλοξήρα δεν έφτασε ποτέ εδώ. Ευτυχώς το αμμώδες έδαφος του νησιού δεν την ευνοεί. Σ’ αυτή τη γη, τη καλυμμένη με λάβα, ελαφρόπετρα, σκουριά και στάχτη από τις εκρήξεις του ηφαιστείου, καλλιεργούνται τ’ αμπέλια. Η ζωή τους δεν είναι από τις πιο εύκολες. Έχουν να αντιμετωπίσουν σοβαρή ανομβρία, καθώς στο νησί σπάνια βρέχει. Και τους βοριάδες που φυσούν ανελέητοι. Σαρώνουν τα πάντα. Για όλα όμως υπάρχει λύση. Έτσι η θεόσταλτη πυκνή νυχτερινή ομίχλη που «ανεβαίνει» από την καλντέρα τους προσφέρει την υγρασία, ενώ οι αμπελουργοί μεριμνούν για τους ανέμους. Τα κλαδεύουν χαμηλά και τα πλέκουν σαν κοφίνια που μέσα τους προφυλάσσονται τα σταφύλια. Κι αν μιλήσουμε για στρεμματικές αποδόσεις, θα αναφέρουμε τις τρομακτικά χαμηλές των 300 – 400 κιλών ανά στρέμμα!
Το κυρίαρχο σταφύλι στη Σαντορίνη είναι το Ασύρτικο. Λευκό που διατηρεί αρκετά υψηλή οξύτητα ακόμη και στη πλήρη ωρίμανσή του. Απ’ αυτό φτιάχνουν οι οινοποιοί το ξηρό κρασί Ο.Π.ΑΠ. Ζωηρό, με έντονο χαρακτήρα αναγνωρίζεται από τη λεπιδωτή οξύτητα, τη γενναιόδωρη αλκοόλη, το πυκνό άρωμα εσπεριδοειδών και τη μεταλλική επίγευση. Ένα μοναδικό σύνολο. Στη σύνθεσή του κρασιού συμμετέχουν επίσης το Αθήρι και το Αηδάνι, άλλες δύο λευκές ποικιλίες του Αιγιαοπελαγίτικου αμπελώνα. Ενώ από Ασύρτικο και Αηδάνι φτιάχνεται το γλυκό Βισάντο. Διότι εκτός από τα ξηρά, το νησί έχει μεγάλη παράδοση και στα γλυκά κρασιά. Για την παραγωγή του Βισάντο, λιάζουν τα σταφύλια. Από την οινοποίηση αυτών των σταφυλιών και την παλαίωση των κρασιών σε δρύινα βαρέλια προκύπτει ένα γλυκό κρασί με χρυσαφένιο χρώμα, μαλακιά, βελουδένια γεύση και με αρώματα που θυμίζουν σύκα, μέλι, σοκολάτα.
Πάρος
Τα αμπέλια στην Πάρο «σέρνονται» πάνω στις στενές πεζούλες! Είναι όμως φυσικό. Τα δυνατά μελτέμια σαρώνουν όλες τις Κυκλάδες και οι παριανοί αμπελουργοί προστατεύουν μ’ αυτό το χαμηλότατο κλάδεμα τα σταφύλια τους. Στα χαμηλά, αμμώδη πεδινά καλλιεργούν τη βαθυκόκκινη Μαντηλαριά, το πιο διαδεδομένο ερυθρό σταφύλι του Αιγαίου. Αντίθετα, και στα ψηλότερα την παριανή λευκή Μονεμβασιά που προτιμά τα ύψη. Τα δύο σταφύλια οινοποιούνται μαζί, σε αναλογία 1:2, και δίνουν ένα κόκκινο κρασί που κυκλοφορεί ως Ο.Π.Α.Π. Πάρος.
Μύκονος
Οι αμπελώνες στο κοσμοπολίτικο ανεμοδαρμένο νησί στήθηκαν στο Μαράθι και στο Μοναστήρι της Παναγίας της Τουρλιανής στην Άνω Μεριά. Φυτεύτηκαν με αιγαιοπελαγίτικες ποικιλίες, Ασύρτικο, Αθήρι, Μονεμβασιά, Μαντηλαριά και παράγουν λευκούς, ροζέ και ερυθρούς Αιγαιοπελαγίτικους Τοπικούς Οίνους.
Ρόδος
Τη φήμη των κρασιών της, η Ρόδος την οφείλει στο υπέροχο της κλίμα με τις πολλές ηλιόλουστες ημέρες. Το νησί απολαμβάνει τη μεγαλύτερη ηλιοφάνεια στην Ελλάδα. Και συγχρόνως αποφεύγει την υπερβολική ζέστη, γιατί οι ψηλές θερμοκρασίες μετριάζονται από τις θαλάσσιες αύρες που φυσούν από τον Μάιο ως τον Σεπτέμβριο. Αν προσθέσουμε και τις σημαντικές βροχοπτώσεις (διπλάσιες απ’ ότι στην Αττική) σε ιδιαίτερα συγκεντρωμένη περίοδο, καταλήγουμε σε κλίμα ευνοϊκό για την αμπελοκαλλιέργεια.
Ο αμπελώνας απλώνεται σε δύο ζώνες που διαφοροποιούνται από το υψόμετρο. Στην προνομιούχα ψηλή ζώνη, στις πλαγιές του όρους Αττάβυρος, οι αμπελουργοί διαμορφώνουν τα αμπέλια τους σε πεζούλες. Τα οποία αμπέλια, καθώς το νησί δεν γνώρισε τη φυλλοξήρα, είναι ηλικίας 50-60 χρόνων. Τα σταφύλια που κυρίως καλλιεργούνται είναι το Αθήρι και η Μαντηλαριά που εδώ τη λένε Αμοργιανό, οι πιο διαδεδομένες ποικιλίες του Αιγαιοπελαγίτικου χώρου. Δίπλα τους συναντάμε το λευκό Μοσχάτο κι έναν ακόμη κλώνο του, το Μοσχάτο Trani. Τα κρασιά που παράγονται, Ονομασίας Προέλευσης Ρόδος και Τοπικοί Οίνοι, είναι λευκά και ερυθρά, ξηρά και γλυκά με πλούσιο χρώμα και δομή.
Θα πρέπει επίσης να έχουμε υπόψη μας πως η Ρόδος ήταν η πρώτη ελληνική περιοχή που έβαλε ντόπιο αφρώδες κρασί στα ποτήρια του Έλληνα. Και σήμερα αυτή η παράδοση, έχοντας ενισχυθεί με τεχνογνωσία και σύγχρονη τεχνολογία, μας δίνει αφρώδη κρασιά με φινέτσα και χαρακτήρα.
Κως
Σήμερα στην Κω παρατηρούμε την αναβίωση της μακρόχρονης οινοποιητικής παράδοσης του νησιού από τον «μελάντανον» οίνον της αρχαιότητας. Οι αμπελώνες είναι φυτεμένοι με πολλές ποικιλίες, τις ελληνικές Αθήρι, Ασύρτικο, Μαλαγουζιά και τις διεθνείς: Chardonnay, Sauvignon Blanc, Merlot, Cabernet, Sauvignon, Grenache Rouge, Syrah, Tempranillo.
Πελοπόννησος
Η Πελοπόννησος είναι η μεγαλύτερη οινοπαραγωγός περιοχή της Ελλάδας. Από 220.000 στρέμματα αμπελώνων, κάθε χρόνο παράγονται γύρω στα 1.500.000 εκατόλιτρα κρασιών. Λευκά, ροζέ, ερυθρά, αφρώδη, γλυκά… η γκάμα τους είναι πολύ μεγάλη.
Ξακουστές Ονομασίες Προέλευσης: Νεμέα, Μαντινεία, Πάτρα, Μοσχάτο Πατρών, Μαυροδάφνη Πατρών, Μοσχάτο Ρίου Πατρών και Τοπικοί Οίνοι: Πελοποννησιακός, Κορίνθου, Αχαϊκός, Κλημέντι, Αρκαδίας, Ηλείας, Ιλίου, Τεγέας, Λακωνίας, Μονεμβασίας, Μεσσηνίας, Πυλίας, Τριφυλίας, Λετρίνων, Πισσάτιδος, Πλαγιών Αιγιαλείας, Πλαγιών Πετρωτού.
Νεμέα
Ο αμπελώνας της Νεμέας αναπτύσσεται στον κάμπο μέχρι και τους πρόποδες του Κυλληνίου Όρους, σε έκταση 22.000 στρεμμάτων. Τα αμπέλια αρχίζουν στα 200 και φτάνουν στα 850 μέτρα, με μοναδική ποικιλία σταφυλιού το Αγιωργίτικο. Βαθύ μπλε, με σφαιρικές ρόγες και παχύ φλοιό, το πανέμορφο, χαρισματικό σταφύλι με τη βελούδινη επιδερμίδα είναι περιζήτητο. Ευδοκιμεί όμως και διαπρέπει εδώ όπου οι δροσεροί βοριάδες και οι χαμηλές θερμοκρασίες, που συνήθως επικρατούν, βοηθούν στην ομαλή ωρίμανσή του. Από το 1971 το ερυθρό, ξηρό κρασί Νεμέα, ένα από τα πιο κλασικά ερυθρά της χώρας μας, ανήκει στην κατηγορία των Ο.Π.Α.Π.
Καθώς όμως η Νεμέα είναι η μεγαλύτερη ζώνη Ο.Π.Α.Π. της Ελλάδας, είναι προφανές πως εμφανίζει και εξαιρετική ανομοιογένεια. Διαφορετικά υψόμετρα, εδάφη, μικροκλίματα συνθέτουν ένα παζλ πολυπλοκότητας που αυτόματα μεταφράζεται σε πληθώρα από τύπους κρασιού.
Μαντινεία
Οι αμπελώνες της αμπελουργικής ζώνης της Μαντινείας βρίσκονται βορειοανατολικά της Τρίπολης. Το υψόμετρο ξεπερνά τα 650 μέτρα και το έδαφος είναι εν γένει φτωχό, καλά σταγγιζόμενο. Όσο για το κλίμα, χαρακτηρίζεται από πολλές βροχές και χιόνια τον χειμώνα, συχνές μπόρες και καταιγίδες το καλοκαίρι και θερμοκρασίες χαμηλές, συγκριτικά με τις περισσότερες άλλες περιοχές της ηπειρωτικής χώρας. Αυτά τα στοιχεία του οικοσυστήματος συντελούν στην επιμήκυνση της περιόδου ωρίμανσης των σταφυλιών. Έτσι τ’ αμπέλια στη Μαντινεία ωριμάζουν συνήθως στο δεύτερο δεκαπενθήμερο του Σεπτεμβρίου, αρκετά αργά για μια νότια ελληνική περιοχή. Τα σταφύλια που καλλιεργούνται είναι δύο λευκά: το Μοσχοφίλερο και η Ασπρούδα. Η ντίβα του αμπελώνα είναι βεβαίως το πρώτο που κυριαρχεί και στις καλλιέργειες. Το Μοσχοφίλερο το βρίσκουμε αποκλειστικά εδώ, αν κι ένας λιγότερο αρωματικός κλώνος, το Φιλέρι, καλλιεργείται στη νότια Πελοπόννησο, στη Λακωνία. Είναι σταφύλι με ελαφρώς κοκκινωπή φλούδα, όμως το κρασί που παράγουν στη Μαντινεία από την οινοποίησή του, είναι λευκό. Ένα άλλο χαρακτηριστικό του Μοσχοφίλερου είναι το έντονο, εύκολα αναγνωρίσιμο άρωμά του. Με μοσχατίζουσες νότες θυμίζει στην πιο καθαρή έκφρασή του τριαντάφυλλο, ενώ στα πιο πολύπλοκα κρασιά μπορεί να πλαισιωθεί από αρώματα μέντας και λεμονιού. Τέλος πρέπει να έχουμε υπόψη μας πως το Μοσχοφίλερο ακόμα και στην πλήρη ωρίμανσή του, εμφανίζεται με ευχάριστη οξύτητα.
Όλα τα παραπάνω εκφράζουν τον χαρακτήρα των λευκών ξηρών κρασιών της Μαντινείας. Λαμπερά, αρωματικά, φίνα, κομψά και ζωηρά, φέρουν την ένδειξη Ο.Π.Α.Π. Ο χαρακτήρας του Μοσχοφίλερου έχει οδηγήσει τους οινοπαραγωγούς της ζώνης στην παραγωγή και αξιόλογων αφρωδών κρασιών.
Αχαΐα
Με αμπελώνες που ξεπερνούν τις 67.000 στρέμματα, μας προτείνει 4 κρασιά Ονομασίας Προέλευσης. Το μοναδικό ξηρό είναι το λευκό φρουτώδες Ο.Π.Α.Π. Πάτρα που φτιάχνεται από Ροδίτη. Κι όταν τα σταφύλια προέρχονται από ορεινούς και με ελεγχόμενη παραγωγή αμπελώνες, τότε το κρασί ξαφνιάζει με την ιδιαίτερα έντονη μύτη και την πληθωρική του γεύση.
Τα υπόλοιπα τρία κρασιά Ονομασίας Προέλευσης της Αχαΐας είναι γλυκά και Ο.Π.Ε.: Μοσχάτο Πατρών, Μοσχάτο Ρίου Πατρών και η παγκοσμίως γνωστή Μαυροδάφνη Πατρών. Τα δύο πρώτα παράγονται από το λευκό Μοσχάτο, γνωστό στην παγκόσμια αμπελογραφία ως Muscat blanc a petits grains. Το τρίτο, από το σταφύλι Μαυροδάφνη και Μαύρη Κορινθιακή.
Λίγο πιο έξω από το Αίγιο, βρίσκεται η Αιγιάλεια, μια περιοχή που είναι ολόκληρη ένα εξαιρετικό φυσικό τοπίο με εκπληκτική θέα στη θάλασσα. Μια ζώνη, της οποίας οι αρετές αναφέρονται από τον Παυσανία ακόμη, στα Αχαϊκά του. Εκτός των άλλων όμως, η Αιγιαλεία, στις πλαγιές του Παναχαϊκού όρους και του Χελμού, είναι ένας χαρισματικός και πολυσχιδής αμπελότοπος. Στους βορινούς λόφους που απολαμβάνουν δροσερά ρεύματα αέρα, και σε αμπέλια με χαμηλότερες στρεμματικές αποδόσεις από την υπόλοιπη Αχαΐα, παράγονται οι Τοπικοί Οίνοι Αιγιαλείας. Λευκοί με ιδιαίτερο στυλ και πλούσιοι ερυθροί με χαρακτήρα που εξελίσσεται όμορφα μέσα στο χρόνο. Στην ποικιλιακή τους σύνθεση συμμετέχουν οι ποικιλίες: Ροδίτης, Chardonnay, Λαγόρθι, Cabernet Sauvignon, Merlot.
Ηλεία
Σε αμπελώνες γύρω από τον Πύργο παράγονται οι Τοπικοί Οίνοι Λετρίνων, από το Refosco - ερυθρό σταφύλι βορειοϊταλικής προέλευσης, ρωμαλέο, ανθεκτικό στις ασθένειες, με νεύρο και πλούσιο σε τανίνες- και τη Μαυροδάφνη που με το βελούδινο άγγιγμά της ολοκληρώνει την προσωπικότητα του κρασιού. Οι ενδείξεις Τοπικός Οίνος Πισσάτιδος και Ηλείας αφορούν στα λευκά, ροζέ και ερυθρά κρασιά από τις παραπάνω ποικιλίες καθώς επίσης από Ροδίτη, Φιλέρι, Chardonnay, Sauvignon Blanc, Viognier, Grenache Rouge.
Μεσσηνία
Το σχετικά χαμηλό υψόμετρο, το εύφορο έδαφος, το γλυκό κλίμα, η μεγάλη ηλιοφάνεια και οι ξηροθερμικές συνθήκες που επικρατούν κατά την περίοδο της ωρίμανσης των σταφυλιών, έχουν καθορίσει και την ποικιλιακή σύνθεση του αμπελώνα της Μεσσηνίας. Από τις ελληνικές ποικιλίες φυτεύτηκαν ο Ροδίτης, το Φιλέρι, το Ασύρτικο, το Φωκιανό και η Μαντηλαριά. Κυρίως όμως οι αμπελουργοί στράφηκαν στα ξενικά σταφύλια. Chardonnay, Ugni blanc, Cabernet Sauvignon, Cabernet Franc, Grenache rouge, Merlot, Carignan καλύπτουν το μεγαλύτερο τμήμα των αμπελώνων. Και τα κρασιά που παράγονται, κυκλοφορούν με ένδειξη Τοπικών Οίνων Μεσσηνίας, Πυλίας, Τριφυλίας.
Λακωνία
Οι αμπελώνες της Μονεμβασιάς και γενικά της Λακωνίας – έκτασης περίπου 7.000 στρεμμάτων - βασίζονται σε ελληνικές ποικιλίες. Από τη λευκή Κυδωνίτσα, που καλλιεργείται αποκλειστικά εδώ, σε συνδυασμό με τις επίσης τοπικές Μονεμβασιά, Πετρουλιανό, Θράψα και το εκλεκτό Ασύρτικο παράγονται οι λευκοί Τοπικοί οίνοι Λακωνίας και Μονεμβασίας. Αντίστοιχα, στην ποικιλιακή σύνθεση των πλούσιων σε αρώματα και γεύση ερυθρών Τοπικών Οίνων υπεισέρχεται το Μαυρούδι (μια παλιά ερυθρή ποικιλία που εικάζεται πως συμμετείχε στην παραγωγή της Malvasia) και το Αγιωργίτικο.
Θεσσαλία
Στη Θεσσαλία το αμπέλι δίνει ποιοτικά κρασιά όταν καλλιεργείται κοντά στη θάλασσα ή στις ορεινές πλαγιές. Οι περιοχές παραγωγής κρασιών Ο.Π.Α.Π. είναι 3 (Ραψάνη, Αγχίαλος, Μαύρο Μεσενικόλα) και των Τοπικών Οίνων είναι 5 (Θεσσαλικός, Κρανιάς, Κραννώνος, Μετεώρων και Τιρνάβου).
Ραψάνη
Ακριβώς πριν από την κοιλάδα των Τεμπών και δίπλα στον ορεινό όγκο της Όσσας βρίσκονται οι αμπελώνες της Ραψάνης, σκαρφαλωμένοι στις βουνοκορφές του προφήτη Ηλία. Τα περισσότερα αμπέλια έχουν ανατολική και νοτιανατολική έκθεση στον ήλιο, σε υψόμετρο που ξεκινά από τα 100 και φτάνει στα 700 μέτρα. Ο συνδυασμός του Ολύμπου με το Αιγαίο πέλαγος δημιουργεί ένα μοναδικό μικροκλίμα που επιτρέπει την καλή ωρίμανση των σταφυλιών. Οι ποικιλίες που καλλιεργούνται είναι τρεις: το Ξινόμαυρο, το Κρασάτο και το Σταυρωτό, όλες τους ερυθρές. Από τη συνοινοποίησή τους παράγεται ο Ο.Π.Α.Π. Ραψάνη, πλούσιος ερυθρός με χαρακτηριστικό μπουκέτο.
Αγχίαλος
Στις ακτές του εντυπωσιακού Παγασητικού κόλπου, νότια του λιμανιού του Βόλου είναι εγκατεστημένοι οι αμπελώνες της Αγχιάλου. Στα 100 - 200 μόλις μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας ο Ροδίτης δίνει το λεπτό λευκό Ο.Π.Α.Π. Αγχίαλος, κρασί ιδιαίτερα ευχάριστο όταν πίνεται φρέσκο.
Μεσενικόλα
Μια ακόμη αμπελουργική περιοχή απλώνεται στις πεδινές εκτάσεις γύρω από την πόλη της Καρδίτσας και στα χωριά των Αγράφων, σε υψόμετρο 250–600 μέτρων. Εδώ παράγεται το ερυθρό Ο.Π.Α.Π. Μαύρο Μεσενικόλα από τον συνδυασμό του ομώνυμου ντόπιου σταφυλιού με Carignan και Syrah. Είναι η πιο πρόσφατη ελληνική Ονομασία Προέλευσης.
Κρανιά
Στις ανατολικές πλαγιές του Ολύμπου, στον παραδοσιακό οικισμό της Κρανιάς, το υπέδαφος είναι εξαιρετικό και το μικροκλίμα υπέροχο. Οι βροχοπτώσεις, αραιές. Το καλοκαίρι, αρκετά δροσερό, με θαλασσινές πρωινές αύρες από το Αιγαίο και βουνίσιους απογευματινούς αέρηδες. Όλα τα παραπάνω ευνοούν την καλλιέργεια του αμπελιού και οδήγησαν στη φύτευση των εκλεκτών γαλλικών ποικιλιών Chardonnay, Cabernet Sauvignon και Merlot. Από αυτές παράγονται ο λευκός και ερυθρός Τοπικός Οίνος Κρανιάς.
Τύρναβος
Η μεγαλύτερη συγκέντρωση όμως του Θεσσαλικού αμπελώνα βρίσκεται στον Τύρναβο. Στις πεδινές αυτές εκτάσεις με βορειοανατολική έκθεση καλλιεργούνται το Σαββατιανό, ο Ροδίτης, το Μπατίκι και το Μοσχάτο Αμβούργου για την παραγωγή του Θεσσαλικού Τοπικού Οίνου και του Τοπικού Οίνου Τυρνάβου.
Ήπειρος
Στην Ήπειρο θα απολαύσουμε τη φρεσκάδα και την αρωματική φινέτσα των λευκών και τη βουνίσια στιβαρότητα των ερυθρών.
Κρασιά με Ονομασία Προέλευσης Ζίτσα, Τοπικούς Οίνους Ηπείρου, Ιωαννίνων και Μετσόβου.
Ζίτσα
Ο λόρδος Βύρωνας και ο συνταξιδιώτης του John Hobhouse, πριν από δύο περίπου αιώνες, πέρασαν ένα διήμερο στο μοναστήρι του Προφήτη Ηλία στη Ζίτσα. Το φυσικό περιβάλλον μάγεψε τόσο πολύ τον ιδιόρρυθμο ποιητή, ώστε έγραψε ένα μακροσκελές ποίημα όπου αναφέρει και τους αμπελώνες της Ζίτσας. Ορεινούς, απλωμένους σε πλαγιές, να χαίρονται τη θέα του Ιονίου πελάγους. Ένα αντίστοιχο θέαμα αντικρίζουμε κι εμείς. Εδώ, το υψόμετρο, φτάνει τα 650 με 700 μέτρα. Άρα και οι ποικιλίες που καλλιεργούνται πρέπει να είναι ανθεκτικές στα κρύα και τους ψυχρούς βοριάδες. Φαίνεται πως η λευκή Ντεμπίνα ανταποκρίνεται επάξια στις προσδοκίες των αμπελουργών. Γι’ αυτό και καλύπτει το 95% περίπου του αμπελώνα. Από αυτή παράγεται ο Ο.Π.Α.Π Ζίτσα. Κι ας μη ξεχνάμε πως η Ζίτσα είναι μία από τις μόλις τρεις περιοχές στην Ελλάδα (οι άλλες δύο είναι το Αμύνταιο και η Ρόδος) που έχουν παράδοση στην παραγωγή αφρωδών κρασιών.
Μέτσοβο
Στο Μέτσοβο, στους πιο ορεινούς αμπελώνες που έχει η χώρα μας, σε υψόμετρο που φτάνει τα 950 με 1.000 μέτρα, δοκιμάστηκε, πρώτη φορά σε ελληνικό έδαφος, η καλλιέργεια του Cabernet Sauvignon, που πλέον συναντούμε σε κάθε αμπελουργική ζώνη της χώρας. Δίπλα του φυτεύτηκαν Cabernet Franc, Merlot, Traminer, Chardonnay, Βλάχικο. Από τα ερυθρά παράγεται ο Τοπικός Οίνος Μετσόβου.
Στη Μακεδονία, η αρχή της αμπελοκαλλιέργειας χάνεται στο παρελθόν και τα ευρήματα των αρχαιολόγων (κύπελλα, κρατήρες, αμφορείς, οινοχόες) επιβεβαιώνουν τις ρήσεις των αρχαίων κειμένων. Ο αμπελώνας της Μακεδονίας που απλώνεται στις πλαγιές των βουνών της και στις ηλιόλουστες ακτές συνεχίζει να παράγει ονομαστά κρασιά. Μετρούμε 4 ενδείξεις κρασιών Ονομασίας Προέλευσης Ανωτέρας Ποιότητος (Ο.Π.Α.Π.): Νάουσα, Γουμένισσα, Αμύνταιο, Πλαγιές του Μελίτωνα και 20 Τοπικών Οίνων: Μακεδονικός, Παγγαίου, Δράμας, Αγοράς, Αδριανής, Σερρών, Χαλκιδικής, Σιθωνίας, Αγιορείτικος, Θεσσαλονίκης, Επανομής, Πλαγιών Βερτίσκου, Μεσήμβριας, Πέλλας, Φλώρινας, Καστοριάς, Ημαθίας, Βελβεντού, Γρεβενών και Σιάτιστας.
Παγγαίο Όρος
Σειρά μύθων και παραδόσεων συνδέει το Παγγαίο Όρος με τον Διόνυσο και τη σκοτεινή ορφική διδασκαλία. Εδώ σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία ανατράφηκε ο θεός του κρασιού. Εδώ κατασπαράχτηκε κι ο άτυχος Ορφέας από τις Μαινάδες. Εδώ διαδραματίστηκε και ο τραγικός μύθος του Λυκούργου, του βασιλιά των Ηδώνων (μιας από τις θρακικές φυλές που ζούσαν στην περιοχή), ο οποίος τιμωρήθηκε επειδή απερίσκεπτα κι αλαζονικά, εναντιώθηκε στη λατρεία του Διονύσου. Όλα αυτά βεβαίως, δεν μπορεί να είναι τυχαία. Έχουν να κάνουν με την εκτεταμένη λατρεία του θεού του κρασιού και φυσικά με την αμπελοκαλλιέργεια και την οινοπαραγωγή στην περιοχή, η οποία από τους παλιούς κατοίκους των χωριών της, αναφέρεται ως «αμπελότοπος». Όλα αυτά όμως μέχρι το 1920, τότε που οι περισσότερες παραδοσιακές καλλιέργειες αντικαταστάθηκαν από την καπνοκαλλιέργεια.
Φτάνοντας στη δεκαετία του ‘90, η έκταση των αμπελώνων της περιοχής της Καβάλας με οινοποιήσιμες ποικιλίες αυξήθηκε σημαντικά. Ιδίως στις νοτιοανατολικές παρυφές του Παγγαίου, όπου τα φυτά δέχονται τη δροσερή αύρα του Στρυμονικού κόλπου ενώ το βουνό τα προφυλάσσει από τους ψυχρούς βοριάδες. Τα εδάφη είναι πετρώδη, άγονα και καλά στραγγιζόμενα. Ευνοϊκές δηλαδή οι συνθήκες για την καλλιέργεια του αμπελιού. Αυτά λαμβάνοντας υπόψη τους οι οινοποιοί της περιοχής φύτεψαν κοσμοπολίτικα σταφύλια και κάποιες ελληνικές ποικιλίες: Sauvignon Blanc, Chardonnay, Sémillon, Ugni Blanc, Cabernet Sauvignon, Merlot, Syrah και Ροδίτη, Ασύρτικο, Λημνιό. Τα κρασιά που παράγονται κυκλοφορούν ως Παγγαιορείτικοι Τοπικοί Οίνοι.
Δράμα
Σήμερα, η Δράμα είναι μία από τις περιοχές της Βόρειας Ελλάδας που εμφανίζουν έντονη αμπελοοινική δραστηριότητα. Ωραιότατα επισκέψιμα οινοποιεία, εξαιρετικά κρασιά και οινοπαραγωγοί προσηλωμένοι στην ποιότητα. Οι αμπελώνες βρίσκονται στην κοιλάδα και τους χαμηλούς λόφους στ’ ανατολικά της πόλης. Φυτεμένοι με λευκές και ερυθρές ποικιλίες, ως επί το πλείστον γαλλικές, που ταιριάζουν περισσότερο στα αργιλώδη εδάφη και στο ηπειρωτικό κλίμα της περιοχής: Ροδίτης, Ασύρτικο, Sauvignon Blanc, Sémillon, UgniBlanc, Cabernet Sauvignon, Cabernet Franc, Merlot, Syrah και Λημνιό. Τα κρασιά που παράγονται κυκλοφορούν ως Τοπικοί Οίνοι Δράμας, Αδριανής και Αγοράς. Λευκά με έντονη την αίσθηση του φρούτου στο άρωμα και τη γεύση, πλούσια τριανταφυλλένια ροζέ και ερυθρά με μεγάλη επιδεκτικότητα στην παλαίωση.
Χαλκιδική
Στη Χαλκιδική της αρχαιότητας παράγονταν φημισμένα κρασιά. Μαρτυρίες που χρονολογούνται από τον 5ο αι. π.Χ. αναφέρουν τον λευκό αυστηρό (ξηρό) και τον μαλθακό (ημίγλυκο) οίνο της Μένδης (πόλης στα νοτιοδυτικά της χερσονήσου της Κασσάνδρας). Φημισμένες για τα κρασιά τους ήταν επίσης η Ακανθος (η σημερινή Ιερισσός) και η Άφυτις (η σημερινή Αφυτος), ενώ στα Στάγειρα, τη γενέτειρά του, ο Αριστοτέλης φύτεψε τον πρώτο πρότυπο αμπελώνα. Σήμερα το αμπέλι καλλιεργείται στην κεντρική Χαλκιδική, στη Σιθωνία και το Άγιο Όρος. Στις ηλιόλουστες πλαγιές του όρους Μελίτωνα, το ξηροθερμικό κλίμα και η ευεργετική υγρασία του Αιγαίου πελάγους ευνοεί την παραγωγή εκλεκτών κρασιών. Έτσι από το Λημνιό, μια παλιά ελληνική ποικιλία και τις γαλλικές Cabernet Sauvignon και Cabernet Franc, γεννιέται ο ερυθρός, Ο.Π.Α.Π. Πλαγιές του Μελίτωνα. Με την ίδια Ονομασία Προέλευσης παράγεται και ένα λευκό κρασί, από τον πετυχημένο γάμο των λευκών σταφυλιών Ασύρτικο, Ροδίτη και Αθήρι.
Σε όλα σχεδόν τα Αγιορείτικα μοναστήρια υπάρχει μακρόχρονη παράδοση στην τέχνη της αμπελουργίας και της παραγωγής κρασιού. Σήμερα, σε αρκετά, ζούμε την αναβίωσή της. Στα αμπέλια τους καλλιεργείται μια μεγάλη γκάμα σταφυλιών: τα λευκά Ροδίτης, Αθήρι, Ασύρτικο, Sauvignon Blanc και τα ερυθρά Λημνιό, Ξινόμαυρο, Cabernet Sauvignon και Grenache Rouge. Σ' αυτή την ευλογημένη λωρίδα γης με το ήπιο κλίμα, την επαρκέστατη ηλιοφάνεια, τη βουνίσια δροσιά και τη θαλάσσια αύρα παράγονται οι Αγιορείτικοι Τοπικοί Οίνοι.
Στην Κεντρική Χαλκιδική οι αμπελώνες εκτείνονται σε χαμηλούς λόφους. Γειτονεύουν με τη θάλασσα που εξισορροπεί με την αύρα της τις ακραίες καλοκαιρινές θερμοκρασίες. Οι ποικιλίες που καλλιεργούνται είναι πολλές, λευκές και ερυθρές. Από την οινοποίηση σταφυλιών των Ροδίτη και Sauvignon Blanc παράγεται ο λαμπερός, φρουτώδης και ζωντανός λευκός Τοπικός Οίνος Χαλκιδικής και αντίστοιχα από τις Ξινόμαυρο, Grenache Rouge και Cabernet Sauvignon ο βαθύχρωμος και μαλακός ερυθρός Τοπικός Οίνος Χαλκιδικής.
Θεσσαλονίκη
Από τα παράλια του Θερμαϊκού έως ψηλά στα ορεινά, στον νομό Θεσσαλονίκης παράγονται ονομαστά κρασιά. Στα παράλια του Θερμαϊκού, στον αμπελώνα της Επανομής, καλλιεργούνται οι λευκές ποικιλίες Ασύρτικο, Μαλαγουζιά, Sauvignon Blanc, Chardonnay, Viognier και οι ερυθρές Syrah, Merlot, Grenache Rouge, Λημνιό, Μαυρούδι, Μαυροτράγανο. Εδώ δέχονται την ευεργετική επίδραση της θαλάσσιας δροσιάς που αποτρέπει την απότομη ωρίμανση των σταφυλιών. Σε σύνολο, έχουμε ένα ιδανικό οικοσύστημα για την καλλιέργεια του αμπελιού. Τα κρασιά που παράγονται, ένα αρωματικό λευκό κρασί και ένα βαθύχρωμο πλούσιο ερυθρό, είναι Τοπικοί Οίνοι Επανομής. Στα ορεινά του νομού, τα αμπέλια απλώνονται στις πλαγιές του Βερτίσκου. Το Ξινόμαυρο, το Cabernet Sauvignon, το Merlot και το Syrah καλλιεργoύνται δίπλα στις λευκές ποικιλίες Αθήρι, Ασύρτικο, Μαλβαζία, Chardonnay και Sauvignon Blanc για την παραγωγή των Τοπικών Οίνων Πλαγιών του Βερτίσκου. Στη Νέα Μεσημβρία, οι περισσότεροι κάτοικοι έφεραν την εμπειρία της αμπελοκαλλιέργειας από την Ανατολική Ρωμυλία, όταν μετανάστευσαν στη νέα τους πατρίδα. Σήμερα στους αμπελώνες τους καλλιεργείται ο Ροδίτης. Συνοινοποιείται με το επίσης λευκό Ζουμιάτικο για την παραγωγή του λευκού Τοπικού Οίνου Μεσημβρίας.
Τέλος, από τις ποικιλίες που καλλιεργούνται σε ολόκληρο τον νομό παράγονται οι Τοπικοί οίνοι Θεσσαλονίκης.
Πέλλα
Οι αμπελώνες της Γουμένισσας, μιας από τις ομορφότερες ελληνικές περιοχές για αμπελοκαλλιέργεια, απλώνονται στις ανατολικές πλαγιές του όρους Πάικο και σε λόφους με απαλές κλίσεις στα νότια της πόλης, σε υψόμετρο 150-250 μέτρων. Το κλίμα είναι ηπειρωτικό με ψυχρούς χειμώνες και ξηρά καλοκαίρια. Ο βαρδάρης φυσά όλες τις εποχές του χρόνου ξορκίζοντας τις ασθένειες και η υγρασία από τη γειτονική κοιλάδα του Αξιού μετριάζει τους θερινούς καύσωνες. Στην περιοχή καλλιεργείται το Ξινόμαυρο μαζί με τη Νεγκόσκα, ένα ντόπιο ερυθρό σταφύλι. Τα αμπέλια έχουν φυτευτεί και με τις δύο ποικιλίες, σε αναλογία 3:1 περίπου κι από τη συνοινοποίησή τους παράγεται το μαλακό και φινετσάτο, ερυθρό κρασί με την ένδειξη Ο.Π.Α.Π.
Γουμένισσα
Στα υψώματα των Γιαννιτσών, στην καρδιά της Πελλαίας χώρας, το αμπέλι καλλιεργείται από τους αρχαίους χρόνους. Οι μελετητές θεωρούν ότι εδώ, στην αμπελόεσσα και οινομήτορα Πέλλα εμπνεύστηκε ο Ευριπίδης τις Βάκχες του. Τα εδάφη είναι αργιλασβεστώδη με πλούσια οργανική ύλη. Οι ευεργετικοί άνεμοι εναλλάσσονται, βοριάδες με νοτιάδες. Σ’ αυτό το οικοσύστημα οι γηγενείς ποικιλίες Ροδίτης, Ξινόμαυρο όπως και οι διεθνείς Chardonnay, Sauvignon Blanc, Ugni Blanc, Merlot, Cinsault καλλιεργούνται για την παραγωγή των Τοπικών Οίνων Πέλλας.
Νάουσα
Το κρασί Ο.Π.Α.Π. Νάουσα φτιάχνεται αποκλειστικά από το Ξινόμαυρο. Και το Ξινόμαυρο στη Νάουσα φτάνει εύκολα στην τέλεια ωρίμανση. Εμφανίζεται με αξιόλογο δυναμικό σε αρώματα ζύμωσης και παλαίωσης αλλά επίσης και με ισορροπία στις περιεκτικότητες σακχάρων - οξέων - τανινών. Είναι το οικοσύστημα που το ευνοεί. Οι αμπελώνες έχουν προνομιούχα θέση. Είναι εγκατεστημένοι στις νοτιοανατολικές πλαγιές του Βερμίου κι έτσι προφυλάσσονται από τους ψυχρούς βόρειους ανέμους ενώ συγχρόνως επωφελούνται από τις ακτίνες του μεσημεριανού ήλιου. Δεν πρέπει φυσικά να υποτιμήσουμε τις φροντίδες και την αγάπη των Ναουσσαίων αμπελουργών για το σταφύλι και το κρασί τους. Και μετά τη σκυτάλη παίρνουν οι οινοποιοί. Φτιάχνουν ένα κρασί με πλούσιο χαρακτηριστικό άρωμα φρούτων που - κατά τον ένα (υποχρεωτικό από τη νομοθεσία) χρόνο παλαίωσης σε δρύινα βαρέλια - εξελίσσεται σε μπουκέτο μπαχαρικών με νότες ντομάτας. Τότε μαλακώνουν και οι τανίνες που χαρίζουν στο κρασί καλή δομή και πλούτο. Από τον Ροδίτη, το Πρεκνιάρικο, το Ξινόμαυρο και τις άλλες ερυθρές ποικιλίες που καλλιεργούνται στον νομό, κυρίως Merlot και Syrah, παράγονται οι Τοπικοί Οίνοι Ημαθίας.
Αμύνταιο
Στη ζώνη του Αμυνταίου, γύρω από τη λίμνη Βεγορίτιδα, στον πιο ηπειρωτικό ελληνικό αμπελώνα καλλιεργείται και πάλι το Ξινόμαυρο, η πασίγνωστη ερυθρή ποικιλία της βόρειας Ελλάδας. Σ’ αυτό το υψόμετρο, στα 600 με 750 μέτρα, βρισκόμαστε σε μια ιδανική περιοχή για την παραγωγή εξαίρετων ερυθρών, ροζέ και αφρωδών κρασιών με ένδειξη Ο.Π.Α.Π. Εδώ παράγεται το μοναδικό ελληνικό ροζέ Ονομασίας Προέλευσης, που ξεχωρίζει αμέσως από τον αρωματικό του χαρακτήρα. Οι εδαφοκλιματολογικές συνθήκες όμως της περιοχής είναι ιδανικές και για την καλλιέργεια λευκών ποικιλιών. Από τις: Ροδίτης, Chardonnay, Sauvignon Blanc, Gewurztraminer γεννιούνται οι λευκοί Τοπικοί Οίνοι Φλώρινας.
Κοζάνη
Το κλίμα στην περιοχή του Βελβεντού είναι ηπειρωτικό, επηρεάζεται όμως σημαντικά από τη γειτνίαση με τη λίμνη και συγκεκριμένα από τη σταθερή παρουσία ανέμων, οι οποίοι τους καλοκαιρινούς μήνες αποτελούν πηγή δροσιάς για το αμπέλι. Η παρουσία των ανέμων συμβάλλει επίσης στη μειωμένη εμφάνιση ασθενειών με αποτέλεσμα να εφαρμόζονται με απόλυτη επιτυχία οι αρχές της βιολογικής καλλιέργειας. Εδώ, από τα σταφύλια: Ροδίτης, Chardonnay, Trebbiano, Μπατίκι, Ξινόμαυρο, Μοσχόμαυρο, Merlot, Cabernet Sauvignon Τοπικοί Οίνοι Βελβεντού. Στη Σιάτιστα, η αμπελοκαλλιέργεια ήταν παρούσα από τον 15ο αιώνα. Τον 19ο μάλιστα, το εμπόριο των κρασιών της Σιάτιστας εμφάνισε μεγάλη εξαγωγική επιτυχία. Σήμερα διατηρούνται γύρω στα 1.000 στρέμματα φυτεμένα με Ξινόμαυρο και με το ντόπιο Μοσχόμαυρο. Απ’ αυτά τα σταφύλια, με λιάσιμο στον ήλιο ή στέγνωμα σε εσωτερικούς χώρους, φτιάχνεται το ονομαστό λιαστό κρασί της Σιάτιστας.
Θράκη
Το ταξίδι μας ξεκινά από τον βορρά, από τη Θράκη όπου θα επισκεφτούμε τη Μαρώνεια και τα Άβδηρα. Στόχος μας, η γνωριμία με τα κρασιά τους, Τοπικούς Οίνους Ισμαρικούς, Αβδήρων και Θράκης.
Μαρώνεια
Μια εκ βαθέων ιστορική αναδρομή στο κρασί της Μαρώνειας, μας πηγαίνει πολύ πίσω στον χρόνο. Στην ύστερη εποχή του χαλκού, τότε που κατέφτασαν και ρίζωσαν στην παραλία του Ισμάρου οι Κίκονες, ο πιο πολιτισμένος απ’ όλους τους Θρακιώτικους λαούς, που με αρχηγό τον Εύφημο, έτρεξαν σε βοήθεια του Πριάμου, στον Τρωικό πόλεμο. Γι’ αυτό, όπως μας λέει ο Όμηρος, όταν έφτασε στη χώρα τους ο Οδυσσέας, για να τους εκδικηθεί, κυρίευσε την πόλη τους. Και μετά πήρε τον δρόμο για την πατρίδα του, έχοντας μαζί του το κρασί που του πρόσφερε ο Μάρωνας, ο ιερέας του Απόλλωνα που κατοικούσε εκεί. Πρόκειται για το φλογάτο, γλυκό σαν μέλι κι ευωδιαστό Μαρώνειο οίνο με τον οποίο ο Ομηρικός ήρωας, μέθυσε αργότερα τον Πολύφημο κι έσωσε τους συντρόφους του από τη σπηλιά του Κύκλωπα. Αυτά όμως συνέβαιναν στην εποχή των μύθων. Στη σύγχρονη εποχή, οι λιγοστοί αμπελώνες που υπήρχαν στην περιοχή, στα μέσα περίπου του περασμένου αιώνα ξεριζώθηκαν, καθώς δεν παρουσίαζαν κανένα εμπορικό ενδιαφέρον. Η αναβίωση του αμπελώνα της Μαρώνειας ξεκινά στις αρχές της δεκαετίας του ’90 με το στήσιμο αμπελώνων, που αμφιθεατρικά τοποθετημένοι στους ήπιους λόφους της περιοχής, έχουν στη πλάτη τους τον Ίσμαρο και πιο πίσω τη Ροδόπη για να τους προφυλάσσει από τους βοριάδες. Μπροστά τους το Αιγαίο που μαλακώνει τα χειμωνιάτικα κρύα, ενώ το καλοκαίρι φέρνει έναν τοπικό άνεμο από τη Σαμοθράκη που τα δροσίζει. Όσο για το έδαφος, το βαθύ κόκκινο χρώμα του, μαρτυρά την παρουσία της αργίλου και προετοιμάζει για την παραγωγή κρασιών με πλούτο γεύσης. Επιλέχτηκαν να καλλιεργηθούν κυρίως διεθνείς ποικιλίες. Οι λευκές: Chardonnay, Sauvignon Blanc, Malvasia, Ροδίτης και οι ερυθρές: Syrah, Merlot, Grenache Rouge, Λημνιό.
Άβδηρα
Στην αρχαιότητα εδώ βρισκόταν μια σπουδαία πόλη, η πατρίδα του Δημόκριτου που οι ανασκαφές την αποκάλυψαν σ’ όλο της το μεγαλείο. Στην περίφημη αρχαϊκή πόλη των Αβδήρων, καλλιεργούσαν επιμελώς το αμπέλι. Στο Βυζάντιο μάλιστα, θεωρούσαν την περιοχή έναν από τους κορυφαίους αμπελώνες της αυτοκρατορίας. Η σύγχρονη ιστορική διαδρομή του αμπελώνα των Αβδήρων ήταν αντίστοιχη μ’ αυτή της Μαρώνειας. Που σημαίνει: εγκατάλειψη χάριν άλλων καλλιεργειών, κυρίως του καπνού. Η δραστηριότητα ξεκίνησε και πάλι μετά από το 1997, αφότου εγκρίθηκε η ένδειξη Τοπικός Οίνος Αβδήρων για λευκά, ροζέ και ερυθρά κρασιά από Ζουμιάτικο, Ροδίτη, Παμίδι και τις γνωστές κοσμοπολίτικες ποικιλίες.
Ένα από τα πιο ατμοσφαιρικά ξενοδοχεία της περιοχής του Μετσόβου, ξεκίνησε τη λειτουργία του. Σας καλωσορίζουμε στο ξενοδοχείο «Κατώγι Αβέρωφ» και σας υποσχόμαστε υπηρεσίες υψηλής ποιότητας και αισθητικής σε ένα ζεστό και ήρεμο περιβάλλον. Δίπλα ακριβώς στις εγκαταστάσεις του οινοποιείου της εταιρίας Κατώγι & Στροφιλιά και με θέα τις βουνοπλαγιές της Πίνδου, το ξενοδοχείο Κατώγι Αβέρωφ, με τη λιτή και μοναδική αισθητικά ατμόσφαιρα, προσφέρει στον επισκέπτη μια ονειρική διαμονή, συνδυασμένη με μια ολοκληρωμένη οινική εμπειρία.
Το ξενοδοχείο Κατώγι Αβέρωφ συνδυάζει μοναδικά το παραδοσιακό αρχιτεκτονικό ύφος της περιοχής με το μοντέρνο στοιχείο και πληρεί όλες τις προδιαγραφές άνεσης και ασφάλειας. Συνδυάζει τα φυσικά υλικά της περιοχής, με τις προσεγμένες εσωτερικές λεπτομέρειες των χώρων, τα έργα τέχνης που κοσμούν όλους τους χώρους, τον ιδιαίτερο φωτισμό και design, τα ξεχωριστά δωμάτια και τις υψηλού επιπέδου υπηρεσίες. Αποτελείται από 15 άνετα δωμάτια, που διακρίνονται σε λευκά και κόκκινα, όπως και τα χρώματα του κρασιού. Το κάθε δωμάτιο έχει τη δική του διαφορετική προσωπικότητα και όνομα εμπνευσμένο από το αντίστοιχο κρασί. Η απαράμιλλη φυσική ομορφιά της ευρύτερης περιοχής της Πίνδου αλλά και του Μετσόβου, το οποίο αποτελεί όλο το χρόνο ένα δημοφιλή προορισμό, ο ιστορικός και πολιτιστικός πλούτος, καθώς και η τοπική γαστρονομία, αποτελούν τους παράγοντες για μια πολλά υποσχόμενη διαμονή για χαλάρωση, ξεκούραση και μύηση στο μαγικό κόσμο του κρασιού όλο το χρόνο.
Για κρατήσεις: Τηλ: 2656042505 Fax: 2656042554 E-mail: hotel@katogihotel.gr www.katogihotel.gr
Είναι φανερό ότι ο χαρακτήρας του κρασιού εξαρτάται άμεσα από το σταφύλι από το οποίο προέρχεται, από την περιοχή όπου αυτό καλλιεργείται, από τον τρόπο που οινοποιείται και παλαιώνει. Ο νομοθέτης, θέλοντας να γνωστοποιήσει στον καταναλωτή αυτές τις ιδιαιτερότητες, δημιούργησε τις έννοιες των κατηγοριών και των τύπων των κρασιών. Διαβάζουμε λοιπόν πάνω στις ετικέτες τις ενδείξεις: Οίνος Ονομασίας Προέλευσης, Τοπικός Οίνος ή Επιτραπέζιος, οίνος ξηρός, ημίγλυκος, ή αφρώδης... Αυτές πρέπει να προσπαθήσουμε να αποκρυπτογραφήσουμε. Σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη δική μας, την εθνική, τα κρασιά διακρίνονται σε οίνους Ονομασίας Προέλευσης και Επιτραπέζιους.
Οίνοι Ονομασίας Προέλευσης «Ονομασία προέλευσης» αποτελεί το τοπωνύμιο μιας περιοχής, όταν χρησιμοποιείται ως εμπορική επωνυμία ενός προϊόντος. Σύμφωνα με τη διεθνή νομολογία, το προϊόν αυτό πρέπει να προέρχεται από την περιοχή της οποίας φέρει το όνομα και οι ποιοτικοί χαρακτήρες του πρέπει να οφείλονται σε φυσικούς και τεχνικούς παράγοντες της περιοχής αυτής. Φυσικοί παράγοντες είναι το οικοσύστημα της περιοχής παραγωγής του, ενώ τεχνικοί η τεχνολογία παραγωγής που εφαρμόζεται. Έτσι λοιπόν, ένα κρασί που έρχεται στην αγορά εμφιαλωμένο με το τοπωνύμιο μιας περιοχής, προέρχεται από αμπελουργική ζώνη νομοθετικά οριοθετημένη της οποίας το όνομα φέρει στην ετικέτα του και μέσα στα όρια της οποίας καλλιεργούνται οι ποικιλίες σταφυλιών από τις οποίες παράγεται, παράγεται από μία ή περισσότερες εκλεκτές ποικιλίες οιναμπέλου, πάντοτε τις ίδιες, οι οποίες είναι απόλυτα προσαρμοσμένες στις εδαφοκλιματικές συνθήκες της περιοχής και οι οποίες βάσει εμπειρίας έχει αποδειχθεί ότι δίνουν κρασιά υψηλής ποιότητας, οι αμπελώνες από τους οποίους προέρχονται τα σταφύλια είναι χαμηλής απόδοσης αλλά υψηλής ποιότητας, παρασκευάζεται με βάση την παραδοσιακή οινολογική τεχνική της περιοχής, προσαρμοσμένη στις απαιτήσεις της σύγχρονης τεχνολογίας, ωριμάζει ή και παλιώνει κάτω από ειδικές συνθήκες που αξιοποιούν και διαμορφώνουν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά τους, έχει ιδιαίτερα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά και δική του προσωπικότητα που εξαρτάται από το οικοσύστημα της περιοχής (συνδυασμός τόπου παραγωγής, κλιματολογικών συνθηκών και ποικιλίας σταφυλιού). Αυτά τα κρασιά χαρακτηρίζονται από μία «τυπικότητα». Είναι αντιπροσωπευτικά των συνθηκών της περιοχής παραγωγής τους. Εμφανίζουν ατομικότητα, ιδιαίτερο χαρακτήρα και προσωπικότητα.
Τα ελληνικά κρασιά με Ονομασία Προέλευσης προέρχονται από αμπελουργικές περιοχές με υψηλό ποιοτικό δυναμικό γι' αυτό και χαρακτηρίζονται, σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ε.Ο.Κ. ως V.Q.P.R.D., από τα αρχικά των γαλλικών λέξεων Vin de Qualité Produit de Région Déterminée που σημαίνουν: Οίνος Ποιότητας Παραγόμενος σε Καθορισμένη Περιοχή. Διακρίνονται σε Οίνους Ονομασίας Προέλευσης Ανωτέρας Ποιότητας (Ο.Π.Α.Π.) και Οίνους Ονομασίας Προέλευσης Ελεγχόμενης (Ο.Π.Ε.). Στην Ελλάδα παράγονται 27 κρασιά Ονομασίας Προέλευσης εκ των οποίων τα 19 είναι Ο.Π.Α.Π. και τα υπόλοιπα Ο.Π.Ε.
Επιτραπέζιοι Οίνοι
Όσο για τους Επιτραπέζιους οίνους, αυτοί χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες: στους Τοπικούς Οίνους, τα κρασιά με Ονομασία Κατά Παράδοση και τα κρασιά Μάρκας. Η κατηγορία των Τοπικών Οίνων αποτελεί τη γέφυρα ανάμεσα στους Επιτραπέζιους οίνους και τους Ονομασίας Προέλευσης. Πρόκειται για κρασιά που φέρουν ένδειξη Γεωγραφικής Καταγωγής επιπέδου επαρχίας, νομού ή διαμερίσματος. Σύμφωνα με την Κοινοτική και την Εθνική μας Νομοθεσία, οι Τοπικοί Οίνοι ανταποκρίνονται σε ορισμένους όρους παραγωγής οι οποίοι αφορούν στις ποικιλίες οιναμπέλου από τις οποίες παράγονται, τις μεθόδους οινοποίησης των σταφυλιών, τον ελάχιστο αλκοολικό τίτλο και τους οργανοληπτικούς χαρακτήρες τους. Στην ετικέτα τους διαβάζουμε τη Γεωγραφική Ένδειξη της Καταγωγής τους π.χ. Κρητικός Τοπικός Οίνος, Μακεδονικός Τοπικός Οίνος κ.λπ.
Τα κρασιά με Ονομασία Κατά Παράδοση παράγονται σύμφωνα με παραδοσιακές μεθόδους μιας συγκεκριμένης περιοχής ή χώρας. Είναι κρασιά των οποίων το όνομα χρησιμοποιείται αποκλειστικά και παραδοσιακά για τον χαρακτηρισμό προϊόντων που παράγονται σε μία και μόνο χώρα ή περιοχή της χώρας. Παράδειγμα κρασιού Ονομασίας Κατά Παράδοση αποτελεί η Ρετσίνα, το γνωστό εύγευστο ελληνικό κρασί που η προέλευση του βρίσκεται ανατρέχοντας στην Αρχαιότητα. Σήμερα η ονομασία "ΡΕΤΣΙΝΑ" χρησιμοποιείται αποκλειστικά στα λευκά ξηρά ελληνικά κρασιά που παράγονται με την πατροπαράδοτη μέθοδο της προσθήκης ρετσινιού πεύκου στο γλεύκος. Σ' αυτή την κατηγορία υπάγεται επίσης και η Βερντέα, ένα λευκό γλυκό κρασί που παράγεται στη Ζάκυνθο. Όλα τα υπόλοιπα κρασιά που κυκλοφορούν εμφιαλωμένα ανήκουν στη κατηγορία των απλών Επιτραπέζιων κρασιών. Εννοούμε τα Κρασιά Μάρκας, τα κρασιά δηλαδή που κυκλοφορούν στην αγορά με ποικίλες εμπορικές ονομασίες. Στην παραγωγή τους, μεγάλο ρόλο παίζουν η τεχνολογία, ο αυστηρός ποιοτικός έλεγχος και η τέχνη του οινοποιού να διαμορφώνει και να αναπαραγάγει ένα κρασί το οποίο διατηρεί τους ίδιους πάντα χαρακτήρες, σύμφωνα με τις προτιμήσεις των καταναλωτών.
Κρασιά Παλαίωσης
Ο χαρακτήρας ορισμένων κρασιών βελτιώνεται σημαντικά με την παλαίωσή τους, όσο αυτά ωριμάζουν μέσα σε βαρέλια ή όσο παραμένουν αποθηκευμένα στις φιάλες τους. Γι' αυτά τα κρασιά παλαίωσης ο νομοθέτης έχει θεσπίσει ειδικές ενδείξεις που είναι ανάλογες με την κατηγορία στην οποία ανήκουν, καθώς και με το χρόνο και τον τρόπο παλαίωσής τους.
Για τα κρασιά Ονομασίας Προέλευσης έχουν νομοθετηθεί οι ενδείξεις Reserve και Grande Reserve. Η ένδειξη Reserve αναφέρεται σε παλαίωση 1 χρόνου συνολικά για τα λευκά κρασιά και 2 για τα ερυθρά. Αντίστοιχα τα κρασιά που φέρουν την ένδειξη Grande Reserve, αυτά έχουν παλιώσει: τα μεν λευκά 2 χρόνια (εκ των οποίων 1 χρόνο σε βαρέλια και 6 μήνες σε φιάλες), τα δε ερυθρά 4 (εκ των οποίων 18 μήνες σε βαρέλια και άλλους 18 σε φιάλες).
Για τα επιτραπέζια κρασιά έχει εισαχθεί η ένδειξη Κάβα που αναφέρεται σε χρόνο παλαίωσης 2 χρόνων για τα λευκά κρασιά (εκ των οποίων 6 μήνες σε βαρέλι και 6 σε φιάλες) και 3 για τα ερυθρά (εκ των οποίων 1 χρόνο σε βαρέλια και 2 σε φιάλες). Ειδικές ενδείξεις Μόνο για τα κρασιά Ονομασίας Προέλευσης και τους Τοπικούς Οίνους μπορούν να χρησιμοποιούνται οι όροι με ενδείξεις Αμπελώνας, Κτήμα, Πύργος, Μοναστήρι, Βίλα, Αρχοντικό εφ' όσον το κρασί παράγεται από σταφύλια αμπελώνα που ανήκουν στην εν λόγω αμπελουργική εκμετάλλευση και η οινοποίηση πραγματοποιήθηκε μέσα στην εκμετάλλευση αυτή.
Νίκης 34,
10557 Αθήνα
Τηλ: 210 3226053
seo@wine.org.gr
info@greekwinefederation.gr
Σχεδιασμός & Περιεχόμενο: Vinetum
Διαδικτυακή ανάπτυξη: DataQube